Πέμπτη 31 Μαΐου 2018

Μέλισσες μέλι και μύθοι...

Μέλισσες

μέλι και μύθοι...

Για παιδιά από Β'  τάξη δημοτικού και πάνω.

Φτιάχνουμε ένα κουτί και βάζουμε μέσα 5 καρτέλες με μύθους και πληροφορίες για τη μέλισσα, από την αρχαιότητα.







Κατεβάζουμε το πατρόν κάνοντας κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο:
https://drive.google.com/file/d/12DPC3mEL134fsTwGXV-1CMPGMSPYW7DU/view?usp=sharing




Όλες οι αναρτήσεις μου για τις μέλισσες, με ένα πάτημα στο σύνδεσμο: http://mycreationsfromtheheart.blogspot.gr/search/label/%CE%9C%CE%AD%CE%BB%CE%B9%CF%83%CF%83%CE%B5%CF%82

Μέλισσες Παιχνίδι μνήμης

Μέλισσες

Παιχνίδι μνήμης

Κατεβάζουμε το πατρόν για το κουτί. 




Κατεβάζουμε και τις κάρτες
και την κάθε σελίδα την τυπώνουμε δύο φορές!




https://drive.google.com/file/d/1GPIQMCgikcbmAFbr3YUVooUFk_vKkXZ1/view?usp=sharing

Καλή διασκέδαση!



Όλες οι αναρτήσεις μου για τις μέλισσες, με ένα πάτημα στο σύνδεσμο: http://mycreationsfromtheheart.blogspot.gr/search/label/%CE%9C%CE%AD%CE%BB%CE%B9%CF%83%CF%83%CE%B5%CF%82

Τετάρτη 23 Μαΐου 2018

Μέλισσες Μια ιστορία των αδερφών Γκριμ

Μέλισσες

Μια ιστορία των αδερφών Γκριμ

Η BAΣΙΛΙΣΣΑ ΤΩΝ ΜΕΛΙΣΣΩΝ


     Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένας βασιλιάς που είχε τρεις γιους. Οι δύο μεγαλύτεροι θεωρούνταν πολύ έξυπνοι παρόλο που δεν έκαναν τίποτα άλλο εκτός από το να διασκεδάζουν. Τον τρίτο, τον μικρότερο, τον φώναζαν όλοι Χαζούλη, παρόλο που κι αυτός δεν έκανε τίποτα εκτός από το να κάθεται όλη την ημέρα. 

   
 Ένα πρωί οι δύο μεγαλύτεροι αδελφοί αποφάσισαν πως πρέπει να γνωρίσουν τον κόσμο και έφυγαν από το παλάτι. Πέρασαν μέρες και βδομάδες και μήνες και ο βασιλιάς πατέρας τους δεν είχε κανένα νέο τους. Ζήτησε λοιπόν από τον Χαζούλη να πάει να τους βρει κι εκείνος δέχτηκε πρόθυμα, παρόλο που φοβόταν και λιγάκι. 

     Για καλή του τύχη οι αδελφοί του δεν είχαν πάει και πολύ μακριά και έτσι τους συνάντησε γρήγορα. Αντί όμως να τους πείσει ο Χαζούλης να γυρίσουν παρέα στον πατέρα τους, τον έπεισαν εκείνοι να τους ακολουθήσει στο μακρύ και διασκεδαστικό ταξίδι τους. Δρόμο πήραν, δρόμο αφήσαν και κάποια στιγμή συνάντησαν μια μυρμηγκοφωλιά. 

«Να της δώσουμε μια, να διαλυθεί, να δούμε πώς θα τρέχουν φοβισμένα τα μυρμηγκάκια!» είπαν οι δύο έξυπνοι αδελφοί. 

«Αχ! Αφήστε τα ήσυχα τα καημένα! Στενοχωριέμαι και μόνο που το σκέφτομαι πως θα τους κάνετε κακό!» τους παρακάλεσε ο Χαζούλης. 

     
Τα αδέλφια του τού έκαναν τη χάρη και συνέχισαν τον δρόμο τους. Δρόμο πήραν, δρόμο αφήσαν και κάποια στιγμή συνάντησαν μια λίμνη. Μέσα της κολυμπούσαν πολλοί πολλοί όμορφοι κύκνοι. 

«Να πιάσουμε κάναν δυο, να τους ψήσουμε, να τους φάμε!» είπαν οι δύο έξυπνοι αδελφοί.
«Αχ! Αφήστε τους! Στενοχωριέμαι και μόνο που σκέφτομαι πως θα τους σκοτώσετε!» τους παρακάλεσε ο Χαζούλης.

     Τα αδέλφια του τού έκαναν τη χάρη και συνέχισαν τον δρόμο τους. Δρόμο πήραν, δρόμο αφήσαν και κάποια στιγμή είδαν πάνω σε ένα δέντρο μια μελισσοφωλιά. 

     Είχε τόσο μέλι μέσα της που ξεχείλιζε και έκανε τον κορμό του δέντρου να λάμπει στον ήλιο. 

«Να ανάψουμε μια φωτιά. Να καούν ή να τρομάξουν και να φύγουν οι μέλισσες, να τους πάρουμε το μέλι!» είπαν οι δύο έξυπνοι αδελφοί. 

«Αχ! Αφήστε τις! Στενοχωριέμαι και μόνο που σκέφτομαι πως θα τις κάψετε!» τους παρακάλεσε ο Χαζούλης. 

   
Τα αδέλφια του τού έκαναν τη χάρη και συνέχισαν τον δρόμο τους. Δρόμο πήραν, δρόμο αφήσαν και κάποια στιγμή βρέθηκαν μπροστά σε ένα μεγάλο κάστρο και μπήκαν μέσα. Προχώρησαν, προχώρησαν, είδαν στάβλους γεμάτους άλογα, αλλά άνθρωπο πουθενά. Στο βάθος του αντίκρισαν μιαν ακόμα καστρόπορτα. Την πέρασαν και μπήκαν σε έναν όμορφο κήπο που τα δρομάκια του οδηγούσαν σε τρία παλάτια. 

     Σε ένα από τα ψηλά παράθυρα του μεσαίου παλατιού διέκριναν ένα παράξενο ανθρωπάκι που καθόταν μπροστά σε ένα τραπέζι. Άρχισαν να το φωνάζουν. Μια, δυο, τρεις, το ανθρωπάκι σηκώθηκε από το τραπέζι, κατέβηκε, άνοιξε την πόρτα του παλατιού και τους έβαλε μέσα. Κουβέντα όμως δεν τους είπε. Τους οδήγησε απλώς σε ένα τραπέζι που πάνω του υπήρχαν τα καλύτερα φαγητά, τα καλύτερα κρασιά και τα καλύτερα γλυκά. Και όταν τα τρία αδέλφια έφαγαν, ήπιαν και χόρτασαν, τα πήγε το καθένα και σε μια πολυτελέστατη κρεβατοκάμαρα να κοιμηθούν.

     Την επόμενη μέρα, πρωί πρωί, ξύπνησε ο παράξενος ανθρωπάκος τον μεγαλύτερο από τους τρεις αδελφούς και 
του έκανε νόημα να τον ακολουθήσει. Πέρασαν πολλά δωμάτια και σκοτεινούς διαδρόμους γεμάτους αγάλματα και τελικά έφτασαν μπροστά από μια πέτρινη επιγραφή. Διαβάζοντάς την ο μεγαλύτερος αδελφός έμαθε πως κάποτε ζούσε στο κάστρο αυτό ένας βασιλιάς που είχε τρεις όμορφες κόρες για τις οποίες είχε χτίσει τα τρία παλάτια. 

    Ένας μάγος όμως μεταμόρφωσε και τον βασιλιά και όλους τους ενοίκους του κάστρου σε αγάλματα και έριξε τις πριγκίπισσες σε έναν βαθύ ύπνο που κρατούσε χρόνια. Για να λυθούν τα μάγια, να ξαναβρεί το κάστρο την παλιά ζωή του και να ξυπνήσουν οι πριγκίπισσες, έπρεπε να βρεθεί ένα γενναίο και έξυπνο παλικάρι που να αναλάβει τρεις δύσκολες αποστολές. 

    Στον κήπο μπροστά από τα παλάτια, έγραφε η επιγραφή, είχε σπάσει το κολιέ της μικρής πριγκίπισσας. Τα χίλια μαργαριτάρια από τα οποία ήταν φτιαγμένο είχαν σκορπίσει ανάμεσα στα δέντρα και στα χορτάρια. Όποιος ήθελε να λύσει τα μάγια έπρεπε, πρώτα απ’ όλα, να τα βρει και να τα μαζέψει μέχρι τη δύση του ήλιου.  Ένα να του έλειπε όταν θα άρχιζε να πέφτει η νύχτα, θα γινόταν και αυτός άγαλμα πέτρινο. 

     Χωρίς να χάσει λεπτό ο μεγαλύτερος αδελφός βγήκε στον κήπο και άρχισε να ψάχνει. Όλη τη μέρα έψαχνε, αλλά την ώρα που ο ήλιος άρχισε να κρύβεται πίσω από τα βουνά είχε βρει μόνο εκατό μαργαριτάρια. Και τότε έγινε αυτό που έλεγε η επιγραφή: πέτρωσε και αυτός.

   
    Την άλλη μέρα, πρωί πρωί, ξύπνησε ο ανθρωπάκος τον δεύτερο αδελφό. Τον οδήγησε κι αυτόν στην επιγραφή και αμέσως μετά στον κήπο. Όλη τη μέρα έψαχνε κι εκείνος, αλλά την ώρα που ο ήλιος άρχισε να κρύβεται πίσω από τα βουνά είχε βρει μόνο διακόσια μαργαριτάρια. Και τότε έγινε πάλι αυτό που έλεγε η επιγραφή: πέτρωσε και αυτός. 

     Την τρίτη μέρα έφτασε η σειρά του Χαζούλη. Ο παράξενος ανθρωπάκος τον ξύπνησε και αυτόν πρωί πρωί και τον οδήγησε μπροστά στην επιγραφή και μετά στον κήπο. Άρχισε να μαζεύει κι αυτός μαργαριτάρια. Έτσι κρυμμένα όμως που ήταν ανάμεσα στα χόρτα δυσκολευόταν πολύ να τα βρει. Κατά το μεσημέρι ήταν πια σίγουρος πως δεν θα τα κατάφερνε. Κάθησε λοιπόν σε μια μεγάλη πέτρα κοντά στα αγάλματα των αδελφών του και άρχισε τα κλάματα. Ξαφνικά, άκουσε μια φωνούλα να τον ρωτά: «Γιατί είσαι τόσο στενοχωρημένος;» 

           Ο Χαζούλης σκούπισε τα μάτια του και είδε μπροστά του ένα μυρμηγκάκι. Ήταν ο βασιλιάς των μυρμηγκιών που είχε σώσει από τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια. Του διηγήθηκε την ιστορία του και εκείνος φώναξε αμέσως τον μυρμηγκοστρατό του, πεντακόσια μυρμήγκια που μέσα σε πολύ λίγη ώρα κατάφεραν να βρουν όλα τα μαργαριτάρια της μικρής πριγκίπισσας.

     Την άλλη μέρα, πρωί πρωί, ο παράξενος ανθρωπάκος τον ξύπνησε για τη δεύτερη αποστολή. Έπρεπε να βρει το κλειδί του δωματίου των τριών πριγκιπισσών το οποίο ο κακός μάγος είχε πετάξει μέσα σε μια λίμνη. Ο Χαζούλης έφτασε στη λίμνη, την κοίταξε, την ξανακοίταξε και μετά κάθησε στην όχθη της και έβαλε πάλι τα κλάματα. Η λίμνη ήταν μεγάλη και βαθιά και εκείνος ούτε κολύμπι δεν ήξερε. Ξαφνικά όμως είδε μια ομάδα κύκνους να τον πλησιάζουν.


Ήταν οι ίδιοι κύκνοι που είχε γλιτώσει από το να τους ψήσουν τα μεγαλύτερα αδέλφια του. Ο βασιλιάς τους τον πλησίασε, άκουσε την ιστορία του και έστειλε τους συντρόφους του να βουτήξουν και να βρουν το κλειδί. Δεν πέρασε μια ώρα και του το έφεραν. 
    
      Την άλλη μέρα, πρωί πρωί, ο παράξενος ανθρωπάκος ξαναξύπνησε τον Χαζούλη για την τρίτη αποστολή. Αυτή ήταν η πιο δύσκολη από όλες. Έπρεπε να πάρει το κλειδί, να μπει στην κάμαρα που κοιμούνταν οι τρεις πριγκίπισσες και να ανακαλύψει ποια από όλες ήταν η μικρότερη, η πιο αγαπημένη του βασιλιά πατέρα τους. 

   Οι τρεις πριγκίπισσες ήταν όμως ολόιδιες και το μόνο που έγραφε η πέτρινη επιγραφή γι’ αυτές ήταν πως, λίγο πριν πέσουν για ύπνο, είχαν φάει διαφορετικό γλυκό η καθεμία: η πρώτη σοκολάτα, η δεύτερη καραμέλα και η τρίτη μια κουταλιά μέλι. 


   Ο Χαζούλης τις κοίταξε, τις ξανακοίταξε, κάθησε κοντά στα κρεβάτια τους και έβαλε πάλι τα κλάματα. Ξαφνικά άκουσε ένα βουητό και είδε ένα σμήνος μέλισσες να τον πλησιάζουν. Ήταν οι ίδιες μέλισσες που είχε σώσει από το να τις κάψουν τα μεγαλύτερα αδέλφια του. 

Η βασίλισσά τους άκουσε την ιστορία του και πέταξε προς τις πριγκίπισσες. Κάθησε για λίγο στο στόμα της καθεμιάς τους και αμέσως κατάλαβε ποια από τις τρεις είχε φάει το μέλι. Ο Χαζούλης την άγγιξε και αμέσως τα μάγια λύθηκαν! 
      
     Οι πριγκίπισσες άνοιξαν τα μάτια τους και όλοι όσοι είχαν γίνει αγάλματα ξαναζωντάνεψαν. Το κάστρο ξαναβρήκε την παλιά ζωή του και πολύ γρήγορα ο Χαζούλης έγινε και ο άρχοντάς του μια που παντρεύτηκε τη μικρή και πιο αγαπημένη κόρη του βασιλιά. Στα αδέλφια του έδωσε τις άλλες δύο πριγκίπισσες. 



 Έτσι έζησαν κι αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.


Τρίτη 22 Μαΐου 2018

Μέλισσες Παραμύθια

Μέλισσες

Παραμύθια

Το Δάνειο

    Ήταν μια κυψέλη στην κουφάλα ενός δέντρου γεμάτη με μέλισ-σες. Η κυψέλη είχε μία βασίλισσα, πέντε- έξι κηφήνες και μερικές χιλιάδες υπηκόους μέλισσες, οι οποίες ήταν επιφορτισμένες με διάφορες δουλειές.



    Μερικές έβγαιναν κάθε μέρα στα λουλούδια, μάζευαν γύρη και γέμιζαν τις κερήθρες με μέλι. Άλλες ετοίμαζαν τον βασιλικό πολτό για να τρώει η βασίλισσα και οι βασιλοπούλες, άλλες τάιζαν τις μικρές υπηκόους για να μεγαλώσουν και να γίνουν εργάτριες. 


    Η ζωή κυλούσε ομαλά. Όταν έβρεχε και χειμώνιαζε οι μέλισσες έτρωγαν από το μέλι της κυψέλης και όταν βελτιωνόταν ο καιρός αναπλήρωναν το μέλι που είχαν καταναλώσει τις κακές ημέρες. Όταν η κυψέλη ήταν γεμάτη με μέλι τότε οι μέλισσες δεν μάζευαν άλλο μέλι και ζούσαν ευτυχισμένες.

   Μια μέρα ένας μελισσοκόμος πέρασε από την περιοχή, είδε το μελίσσι και κατάλαβε ότι θα μπορούσε να του αποφέρει πολλά. Ζήτησε να μιλήσει με την βασίλισσα και της λέει: 
-Μεγαλειοτάτη πως πάνε τα πράγματα στο μελίσσι σου; 
-Δεν παραπονούμαι, μια χαρά! Οι μέλισσες δουλεύουνε, οι κηφήνες με αγαπάνε, τα μικρά μεγαλώνουν, όλα πάνε όπως πρέπει. 

-Λιγάκι μικρή δεν είναι η κυψέλη σου; ρώτησε ο μελισσοκόμος. Μήπως πρέπει να αφήσετε το δέντρο και να μετακομίσετε σε μία κυψέλη σύγχρονη με όλες τις ανέσεις;
-Πως θα μπορέσουμε να κάνουμε κάτι τέτοιο; ρώτησε η βασίλισσα. Αιώνες τώρα το μόνο το οποίο παρασκευάζει η φυλή μου είναι κερί και μέλι. 
-Εύκολο είναι! Αν μου δώσεις την παραγωγή σου σε μέλι και κερί για τον επόμενο χρόνο, θα σας μεταφέρω σε μία κυψέλη άλλο πράγμα, απάντησε ο μελισσοκόμος.

     Η βασίλισσα συνεδρίασε με τους συμβούλους της και κατέληξε ότι η πρόταση είναι εξαιρετικά συμφέρουσα. Προχώρησαν έτσι στην συμφωνία. Μετά ετοίμασαν τις λεπτομέρειες της μετακόμισης και εγκαταστάθηκαν στην καινούρια τους κυψέλη. Ο ενθουσιασμός των μελισσών ήταν μεγάλος. Η κυψέλη ήταν καθαρή και τα τελάρα ήταν τοποθετημένα στη θέση τους. Οι μέλισσες δεν είχαν να σκοτιστούν για το που θα απλώσουν το κερί τους. Τα τελάρα ήταν έτοιμα και καλοφτιαγμένα και περίμεναν να τοποθετήσουν το κερί τους. Ούτε για το που θα βρούνε μέλι έπρεπε να σκοτιστούν! 


     Παλιότερα στο δάσος έβγαιναν πρώτα οι μέλισσες ανιχνευτές και όταν έβρισκαν ένα μέρος με άφθονο μέλι ειδοποιούσαν τις υπόλοιπες. Τότε όλες μαζί έτρεχαν στο σημείο το οποίο πολλές φορές απείχε πολύ από την κουφάλα του δέντρου. Τώρα δίπλα στη κυψέλη υπήρχε πάντοτε ένα χωραφάκι με λουλούδια, ένα δάσος, κάτι τέλος πάντων το οποίο ανθοφορούσε και το οποίο επέτρεπε να μαζέψουν το μέλι τους γρήγορα.

     

    Οι μέλισσες ήταν συνηθισμένες να μαζεύουν το μέλι να το αποθηκεύουν στις κερήθρες, το μέλι αυτό ήταν πολύ σημαντικό γιατί τους εξασφάλιζε το προς το ζην το χειμώνα. Έτσι οι μέλισσες έφτιαχναν τόσο μέλι ώστε γεμίσει η κουφάλα του δέντρου στην οποία ζούσαν και σταματούσαν το μάζεμα. Το μέλι αυτό ήταν αρκετό για να επιβιώσουν όλους του μήνες του χειμώνα με άνεση και όταν ερχόταν η άνοιξη έβγαιναν και πάλι έξω για να μαζέψουν μέλι.



     Τώρα η κυψέλη τους ήταν πολύ μεγαλύτερη από την κουφάλα που έμεναν και το μέλι που έπρεπε να μαζέψουν πολύ περισσότερο από αυτό το οποίο είχαν συνηθίσει να μαζεύουν. Όταν οι μέλισσες μάζεψαν τόσο μέλι όσο θα έπρεπε για να περάσουν το χειμώνα, έστειλαν μια αντιπροσωπία στη βασίλισσα.


Η αρχηγός της αντιπροσωπίας ζήτησε τον λόγο: 
-Μεγαλειοτάτη, μαζέψαμε τόσο μέλι όσο μαζεύουμε κάθε χρόνο και μάλιστα ακόμη περισσότερο. Νομίζω ότι ήρθε η ώρα να σταματήσουμε να μαζεύουμε μέλι και να ξεκουραστούμε μέχρι την επόμενη άνοιξη. 
    
      Η βασίλισσα κοίταξε απαξιωτικά την μέλισσα αρχηγό και της απάντησε: 

-Είσαι η ντροπή της φυλής μας, δεν έχεις ακούσει που λένε ότι η μέλισσες είναι τα πιο εργατικά έντομα του κόσμου; Δεν θέλω να ξανακούσω τέτοια κουβέντα. Χρόνια τώρα υπάρχει ένας κανόνας, γεμίζουμε το σπίτι μας με μέλι, κάθε μέρος κάθε γωνία παντού. Δεν φτάνει που έχεις έτοιμα τα τελάρα και φτιάχνεις με ευκολία το κερί σου, δεν φτάνει που είσαι δίπλα στα λουλούδια και δεν πρέπει να πετάς με τις ώρες για να βρεις και να φέρεις μέλι, δεν φτάνει που ζεις σε ένα πολιτισμένο περιβάλλον και όχι σαν την άγρια μέσα στο δάσος, τολμάς και να μη θέλεις να δουλέψεις; Τι νομίζεις ότι προσφέρεις σε αυτή την κοινωνία; 

Οι κηφήνες ζητωκραύγαζαν: «ζήτω η βασίλισσα που έδωσε όραμα στη φυλή μας, ζήτω».
Οι μέλισσες εργάτριες έκαναν ένα κουράγιο και παρά την κούραση τους, συνέχισαν να μαζεύουν μέλι για να γεμίσουν την κυψέλη. 

Όταν η κυψέλη πλησίαζε να γεμίσει και οι μέλισσες ετοιμαζόταν να ξεκουραστούν επιτέλους, έγινε κάτι το αναπάντεχο: Ήρθε ο μελισσοκόμος και πήρε τα τελάρα με το μέλι και το κερί και έβαλε νέα τελάρα άδεια. Ανάστατες οι μέλισσες έτρεξαν να βρουν το μέλι τους που θα τους εξασφάλιζε τα προς το ζην του χειμώνα.
Μαύρη απελπισία τις έπιασε και δεν είχαν κουράγιο να επιδοθούν σε καμιά από τις καθημερινές τους ασχολίες. Τότε η βασίλισσα έλαβε τον λόγο και ανακοίνωσε ότι το καλοκαίρι είναι ακόμη μακρύ και ότι οι μέλισσες θα μπορούσαν να γεμίσουν και πάλι την κυψέλη τους με μέλι. Άλλωστε η κυψέλη είναι ευρύχωρη και έχει όλες τις ανέσεις και τα τελάρα έτοιμα για να γίνει το νέο κερί και το νέο μέλι. Η δυσαρέσκεια των μελισσών ήταν εμφανείς, αλλά κανείς δεν ήθελε να αφήσει την κυψέλη χωρίς μέλι τον βαρύ χειμώνα που θα ερχόταν οπωσδήποτε.

     Έτσι οι μέλισσες αν και κουρασμένες, ξεκίνησαν και πάλι το επίπονο έργο τους. Έχτισαν τις κερήθρες, μάζευαν μέλι και το αποθήκευαν στα τελάρα. Πάλι όμως λίγο πριν γεμίσει η κυψέλη ο μελισσοκόμος απομάκρυνε μέλι και κερί. Αυτή τη φορά η αντίδραση των μελισσών ήταν πιο έντονη. 



     Ήδη οι πρώτες μέλισσες άρχισαν να καταφέρονται εναντίον της βασίλισσας. Η βασίλισσα όμως είχε ακόμη αρκετές πιστές μέλισσες ώστε να μπορέσει να να ελέγξει το μελίσσι. Τελικά μπόρεσε να πείσει τις υπηκόους της για τις αγνές προθέσεις τις και για το ωφέλιμο τις συμβίωσης με τον μελισσοκόμο.

 Όταν τελείωσε το καλοκαίρι και αφού οι μέλισσες γέμισαν και ξαναγέμισαν την κυψέλη με μέλι έφτασε τελικά ο βαρύς χειμώνας. Ωστόσο η κυψέλη ήταν άδεια από προμήθειες καθώς και το τελευταίο μέλι που είχαν μαζέψει φρόντισε να το πάρει ο μελισσοκόμος. Καμία μέλισσα δεν μπορούσε να επιβιώσει πια καθώς δεν υπήρχαν αποθέματα μελιού για να φάνε. Οι μέλισσες εξαγριωμένες στράφηκαν ενάντια στη βασίλισσα και τους κηφήνες της. Οι τελευταίες εργάτριες που υποστήριζαν την βασίλισσα δεν είχαν πια το κουράγιο να την υπερασπιστούν, με αποτέλεσμα οι υπόλοιπες μέλισσες να την διώξουν από την κυψέλη.


Ο διωγμός της βασίλισσας από την κυψέλη δεν βοήθησε σε τίποτε. Μία από τις βασιλοπούλες ανέλαβε πια να καθοδηγήσει την κυψέλη, αλλά ήταν εμφανές ότι δεν θα μπορούσε να βρει λύση στα προβλήματα της φυλής και ότι όλοι ήταν καταδικασμένοι να πεθάνουν από την ασιτία. Ήδη οι πρώτες και πιο αδύναμες μέλισσες δεν άντεξαν.


Τότε εμφανίστηκε ο μελισσοκόμος. Ζήτησε να μιλήσει με την νέα βασίλισσα η οποία όμως του επιτέθηκε: «τι θέλετε κύριε, εσείς δεν είσαστε που ευθύνεστε για την εξορία της μητέρας μου, εσείς δεν οδηγήσατε την φυλή μου στην ανέχεια Λόγω της απληστίας σας είμαι η βασίλισσα μιας ετοιμοθάνατης κυψέλης και εσείς έχετε το θράσος να εμφανίζεστε εδώ πέρα;» Ο μελισσοκόμος έδειξε τσαντισμένος. «Όταν υπάρχουν συμβόλαια αυτά είναι για να τηρούνται. Εγώ δεν έκανα τίποτε περισσότερο από αυτά που προέβλεπε το συμβόλαιο. Σας έδωσα ένα καταπληκτικό σπιτικό και απαίτησα μόνο το μέλι και το κερί της χρονιάς σας. Από εδώ και πέρα η ζωή σας θα είναι ευχάριστη και με όλες τις ανέσεις. Σας έδωσα ότι σας υποσχέθηκα και πήρα ότι μου υποσχεθήκατε. Γιατί με κατηγορείτε λοιπόν;» απάντησε και προσποιήθηκε ότι θα έφευγε. 

Η βασίλισσα τα είχε πια χαμένα. Όλα αυτά που έλεγε ο μελισσοκόμος ήταν αλήθεια, αλλά στην πραγματικότητα η μητέρα της είχε παραπλανηθεί καθώς δεν είχε καταλάβει ότι η φυλή της θα έμενε από φαγητό τον χειμώνα. Ήξερε ότι ο άνθρωπος αυτός τις είχε κοροϊδέψει, αλλά δεν είχε κουράγιο να του τα πει όλα αυτά. Ήταν ήδη πολύ κουρασμένη και πεινασμένη. Το μόνο που μπόρεσε να ρωτήσει ψελλίζοντας είναι: «μήπως μπορείτε να μας δανείσετε λίγο μέλι από αυτό που έφτιαξε η κυψέλη μας το καλοκαίρι;»
«Πόσο θα θέλατε και πως θα μου το ξεπληρώσετε;» ρώτησε τότε ο μελισσοκόμος. «Θέλω τόσο όσο να επιβιώσει η φυλή μου μέχρι την επόμενη άνοιξη» απάντησε η βασίλισσα «και με το πρώτο μέλι που θα μαζέψουμε θα σου το επιστρέψουμε!»


«Όπως καταλαβαίνεις το μέλι που πήρα από την κυψέλη σας το έχω ήδη πουλήσει και εγώ δεν ανήκω στους εμπόρους που αλλάζουν τα λόγια τους. Αν θέλετε όμως μπορώ να σας βρω ζάχαρη για να βγάλετε τον χειμώνα. Θα σας κοστίσει όμως λίγο παραπάνω γιατί η ζάχαρη αυτή την εποχή είναι πολύ ακριβότερη από ότι το μέλι το καλοκαίρι!» αποκρίθηκε ο μελισσοκόμος.
«Πόσο ακριβότερη δηλαδή;» ρώτησε η βασίλισσα μέλισσα τελείως εξαντλημένη. «Θα υπογράψουμε συμβόλαιο ότι θα σου δώσω τόση ζάχαρη όση χρειάζεσαι μέχρι την άνοιξη, με αντάλλαγμα όλο το μέλι και το κερί του καλοκαιριού» απάντησε ο μελισσοκόμος. «Αυτό είναι κλοπή» απάντησε η βασίλισσα. «Κλοπή ε; αν είναι κλοπή τότε να πάρεις από αλλού» είπε ο μελισσοκόμος και έφυγε. 


Η βασίλισσα προσπάθησε να εξασφαλίσει από αλλού τροφή για τον χειμώνα, αλλά δεν μπόρεσε να βρει πουθενά. Μέρα με την μέρα όλο και περισσότερες μέλισσες δεν μπορούσαν να αντέξουν την πείνα και το κρύο και χανόταν. Τελικά πήγε η ίδια η βασίλισσα και βρήκε τον μελισσοκόμο.    «Σε παρακαλώ στείλε μου την ζάχαρη και θα υπογράψω την σύμβαση σου» είπε η βασίλισσα.
«Θα έπρεπε να σας αφήσω να αφανιστείτε που με είπατε κλέφτη» είπε ο μελισσοκόμος «αλλά είμαι καλός άνθρωπος και δεν το πάει η καρδιά μου. Θα πρέπει όμως να αποκαταστήσετε το ψέμα απέναντι μου, θα ζητήσετε δημόσια συγνώμη και επιπλέον θα τοποθετήσετε ένα μνημείο προς τιμή μου στη κυψέλη σας.» 


Μπροστά στο κίνδυνο να χαθεί η κυψέλη η βασίλισσα συμφώνησε και ικανοποίησε όλους τους όρους του μελισσοκόμου.
Έτσι από τότε αν και έχουν περάσει πολλά χρόνια και έχουν αλλάξει πολλές βασίλισσες τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει για το μελίσσι. Οι μέλισσες παράγουν μέλι, τρώνε ζάχαρη και εργάζονται ακατάπαυστα για να ξεπληρώσουν κάποιο δάνειο το οποίο τους δόθηκε για να εξασφαλίσουν την επιβίωση τους τον προηγούμενο χειμώνα.



Ένα βιβλιαράκι με λέξεις και εικόνες σχετικές με τη μέλισσα.

Μέλισσα

Μελισσολέξεις...

Ένα βιβλιαράκι με λέξεις και εικόνες σχετικές με τη μέλισσα.








Κολλάω το ένα πάνω στο άλλο και διπλώνω.

Το κατεβάζω πατώντας στους συνδέσμους:





Όλες οι αναρτήσεις μου για τις μέλισσες, με ένα πάτημα στο σύνδεσμο: http://mycreationsfromtheheart.blogspot.gr/search/label/%CE%9C%CE%AD%CE%BB%CE%B9%CF%83%CF%83%CE%B5%CF%82



Τετάρτη 16 Μαΐου 2018

Μέλισσες Επιτραπέζιο

Μέλισσες

Επιτραπέζιο

Ένα επιτραπέζιο όπου η κατασκευή του και οι οδηγίες είναι απλές και μπορούν να παίξουν έως 4 παιδιά.


Το κατεβάζουμε κάνοντας κλικ στον σύνδεσμο:


Τα παιδιά για πιόνια έχουν... μέλισσες!

και για να προχωρήσουν, να πάνε πίσω ή να μείνουν στο ίδιο μέρος... θα πρέπει να ρίξουν το ζάρι !
Αυτές είναι οι οδηγίες!


Μπορώ να τυπώσω το παιχνίδι, να κολλήσω στο πίσω μέρος τις οδηγίες και να το πλαστικοποιήσω.
Το ζάρι μπορώ να το ντύσω με αυτοκόλλητο διαφανές για περισσότερη αντοχή. Το δικό μου το κόλλησα πάνω σε χαρτόνι και πριν το "κλείσω" το γέμισα με βαμβάκι.



Τα πατρόν τα κατεβάζω κάνοντας κλικ στους παρακάτω συνδέσμους:







Όλες οι αναρτήσεις μου για τις μέλισσες, με ένα πάτημα στο σύνδεσμο: http://mycreationsfromtheheart.blogspot.gr/search/label/%CE%9C%CE%AD%CE%BB%CE%B9%CF%83%CF%83%CE%B5%CF%82